ΝΤΙΜΠΟΥΚ, μια θεατρική παράσταση

  1. Ολόκληρος ο Σαίξπηρ σε μία ώρα (0)
  2. Το γάλα (7)
  3. Festen (7,5)
  4. Ντιμπούκ (8)
  5. Δάφνης και Χλόη: Ένα ταξίδι αναψυχής (7,5)

Το ξεκίνημα της φετινής μου θεατρικής σεζόν ήταν το λιγότερο απογοητευτικό (αλήθεια πώς γίνεται η δροσερή παράσταση που θυμόμουν από κάποια, αρκετά μάλλον, χρόνια πριν να μετατρέπεται σε κάτι τόσο σαχλό και ανούσιο, ακόμα δεν μπορεί να το συλλάβει το πτωχό μου το μυαλό). Ευτυχώς η συνέχεια ήταν σαφέστατα ανεβασμένη. Προσπερνώ το πολυεκθειασμένο ‘Γάλα’, που ωραίο μεν αλλά δε με πήρε μαζί του (κάτι, κάπου, μια υπερβολή έγειρε την ισορροπία μου, αλλά δεν είναι της ώρας να το αναλύω) και στέκομαι στο Ντιμπούκ.

Παρασκευή απόγευμα βρεθήκαμε,λοιπόν,στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού χωρίς να το πολυσκεφτούμε (κάτι είχε πάρει τ’αφτί μας αλλά πολύ συγκεχυμένα). Ώρα έναρξης: 8.30, τιμή εισιτηρίου: 20 Ευρώ/10 φοιτητικό/15 για καθηγητές. Φάτσα στη σκηνή, μαύρο φόντο, τραπέζι δείπνου, ένα ζευγάρι νεαρών Εβραίων στην έναρξη του Σαμπάτ. Προσευχές, ψαλμοί και ερωτικά παιχνιδίσματα στήνουν το σκηνικό για την αφήγηση της Λέα και του Χανάν. Κλασική ιστορία μαυροφορεμένης αγάπης με τραγική κατάληξη. Ο Χανάν, που είναι σπουδαγμένος στα μυστικά της Καμπάλα, τραβά μια σύγχυση στο μυαλό του και έχει τσουβαλιάσει τον έρωτά του για τη Λέα, το Θείο, την παράβαση του θεϊκού κανόνα και την ανεύρεση της Αλήθειας σε ένα φιλοσοφικό αχταρμά που μάλλον θά’χε βρει λύση με λίγο σεξ. Φευ, όμως, από ευειδής ερωτοχτυπημένος, ο νέος μας μετατρέπεται από την απελπισία του σε πτώμα και από πτώμα σε Ντιμπούκ – τουτέστιν, σε χωρίς ανάπαυση νεκρό- και το πνεύμα του μπαίνει, έστω και καθυστερημένα, στο σώμα της καλής του, οι άλλοι προσπαθούν να τον ξορκίσουν, αυτός δε θέλει, αυτή δε θέλει, κι όταν δε θέλουν η νύφη κι ο γαμπρός κτλ κτλ.

Όλους τους ρόλους, που δεν είναι και λίγοι (εννιά, αν θυμάμαι καλά), τους παίζουν οι συμπαθέστατοι Δημήτρης Παπανικολάου και Δέσποινα Κούρτη). Πα μαλ, αν και σε συνδυασμό με το ότι οι αλλαγές γίνονται επί σκηνής, κάπου αποσυντονίστηκα. Από τους β’ ρόλους μ’άρεσε μούτσο η αλλαγή σε απολαυστικό πατέρα της Λέα, αλλά μου φάνηκε κάπως off ο συμμαθητής του Χανάν και η γιαγιά. Γενικά όμως δεν έχω παράπονο και, παρότι δεν υπήρχαν εξάρσεις, αξιοπρεπέστατους βρήκα τους δυο νεαρούς ηθοποιούς.

Λέα, έρωτας, αλήθεια. Για να βρεις τον Θεό πρέπει να βουτηχτείς στην απόλυτη αμαρτία. Ο Σατανάς είναι η άλλη όψη του Θεού. Για να βρεις τον έρωτα, κι όπου βλέπεις έρωτα γράψε αλήθεια και θεό (με μικρό ή κεφαλαίο), πρέπει να βουτηχτείς στο θάνατο και το σκοτάδι, αλλά τέλος πάντων ο Ορφέας βρίσκει την Ευρυδίκη του κι ευτυχώς που το στόρι κόβεται εδώ. Η γυναίκα σμίγει με τον άντρα, το μυαλό μέσα από τη μυστικιστική του κατάδυση βρίσκει τη θηλυκή του πλευρά και γίνεται Ένα και Όλον και Θεός, και πάει κι ο θάνατος κι όλα αυτά μαζί. Αυτόν τον αχταρμά κατάλαβα, πείτε μου κι εσείς, δεν ξέρω. Δε μου φαίνεται και πολύ αποκαλυπτικό το θέμα αλλά…

…Η παράσταση είχε στιγμές μαγικές. Βάλε (α) την υπέροχη κινησιολογία. Χορευτική σε πολλά σημεία, σχεδόν υπερφυσική σε άλλα (βλ. τη στιγμή της «ανύψωσης» της δαιμονισμένης Λέα). Τόσο στους μεταξύ τους συνδυασμούς όσο και ο καθένας ξεχωριστά (ιδίως η Κούρτη), ο τρόπος που κινούνταν έχτιζε την παραμυθένια ατμόσφαιρα της παράστασης. Βάλε και (β) τη μουσική της Σαββίνας Γιαννάτου και τη μουσική διδασκαλία της Γιαννάτου και το πώς τελικά απέδιδαν οι ηθοποιοί τα τραγούδια/ψαλμούς/ήχους και η μαγεία ολοκληρωνόταν. Μπορεί να μην τρελάθηκα με το κείμενο και κάποιες αδυναμιούλες να υπήρχαν, πάντως εκείνο το βράδυ απόλαυσα θέατρο. Μάλλον θα πρέπει να ευχαριστήσω γι’αυτό τον κύριο Χατζάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: